Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΧΑΡΙΚΟ ΚΑΡΥ

Το γνωστό σε όλους μας μπαχαρικό “Κάρυ”,είναι στην πραγματικότητα ένα μείγμα μπαχαρικών, το οποίο παρασκευάζεται σε χιλιάδες διαφορετικές εκδοχές, ανάλογα με τη περιοχή, τις συνήθειες, τα μπαχαρικά και τη ποσότητα που χρησιμοποιείται κάθε φορά.

Η σύγχρονη Αγγλική χρήση της λέξης “κάρυ”, είναι δυτική εφεύρεση και δεν αντανακλά τυχόν ειδικό τρόφιμο της Νότιας Ασίας, αν και ένα παρόμοιο μείγμα μπαχαρικών που χρησιμοποιείται στη Νότια Ασία, ονομάζεται γκαράμ μασάλα. Η λέξη “κάρυ” προέρχεται από την λέξη kari των Ταμίλ που σημαίνει “σάλτσα, νοστιμιάς για το ρύζι”. Ωστόσο, η χρήση των ομοίων-με-κάρυ μειγμάτων, ήταν διαδεδομένη στη Νότια Ασία, πολύ πριν από την άφιξη των Ευρωπαίων στην Ινδία. Στην πραγματικότητα, σχεδόν 4.000 χρόνια πριν, μείγματα μπαχαρικών με βασικά συστατικά την πιπερόριζα, το σκόρδο, τον κουρκουμά, χρησιμοποιούνταν στο πολιτισμό της κοιλάδας του Ινδού.

Η αρχαιότερη γνωστή συνταγή για κάρυ βρέθηκε στη Μεσοποταμία, γραμμένη σε κείμενο σφηνοειδούς γραφής και χρονολογείται στο 1700 πΧ. Πιθανότατα ήταν μία προσφορά στο θεό Μαρδούκ. Στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στην Αγγλία του 1390, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ριχάρδου ΙΙ, γράφτηκε το πρώτο Αγγλικό βιβλίο μαγειρικής με το όνομα «Η φόρμα του Κάρυ».

Το Κάρυ διαδόθηκε ακόμα πιο πολύ στην Αγγλία τον 19ο αιώνα κατά την περίοδο της Βρετανικής κατοχής της Ινδίας, η οποία βοήθησε στην εξοικείωση των Άγγλων με τις πικάντικες Ινδικές γεύσεις.